);
Ο Τοτός στο φίλο του πατέρα του:
– Είναι αλήθεια αυτά που λέει ο μπαμπάς μου για σας;
– Τι λέει, δηλαδή παιδί μου;
– Να, ότι δημιουργηθήκατε μόνος σας.
– Ναι, αλήθεια είναι.
– Μα τότε γιατί δεν φροντίσατε να γίνετε πιο ψηλός και πιο όμορφος;
* * *
Ένας ληστής, αφού διέρρηξε ένα σπίτι, πιάνει όμηρους ένα ηλικιωμένο ζευγάρι (один бандит, взломав дом, берет в заложники пожилую пару; αφού – когда, как только; διαρρηγνύω; ο όμηρος). Θέλοντας να σκοτώσει ένα απο τους δύο, προσπαθεί να αποφασίσει (желая убить одного из двоих, пытается решить; θέλω; σκοτώνω; αποφασίζω). Ρωτάει τη γυναίκα (спрашивает жену; η γυναίκα – женщина; жена):
– «Πως σε λένε εσένα (как тебя зовут);»
– «Κλημεντίνη (Климентина).»
– «Α! έτσι λένε τη μάνα μου (а, так зовут мою маму), δεν θα σε πειράξω εσένα (не трону тебя; πειράζω – трогать, касаться; вредить, приносить вред).»
Στη συνέχεια ρωτάει τον άνδρα (затем спрашивает мужа; ο άντρας – мужчина; муж, супруг):
– «Πως σε λένε εσένα;»
– «Παναγιώτη, αλλά με φωνάζουν και Κλημεντίνη (Панайотис, но меня зовут и Климентиной; φωνάζω – кричать; звать, вызывать).»
Ένας ληστής, αφού διέρρηξε ένα σπίτι, πιάνει όμηρους ένα ηλικιωμένο ζευγάρι. Θέλοντας να σκοτώσει ένα απο τους δύο, προσπαθεί να αποφασίσει. Ρωτάει τη γυναίκα:
– «Πως σε λένε εσένα;»
– «Κλημεντίνη.»
– «Α! έτσι λένε τη μάνα μου, δεν θα σε πειράξω εσένα.»
Στη συνέχεια ρωτάει τον άνδρα:
– «Πως σε λένε εσένα;»
– «Παναγιώτη, αλλά με φωνάζουν και Κλημεντίνη.»
* * *
Έχω παντρευτεί δυο φορές, λέει κάποιος (я женился два раза, говорит некто; παντρεύομαι), αλλά δυστυχώς στάθηκα άτυχος (но, к сожалению, остался несчастным = мне не повезло; στέκομαι – стоять; оставаться, оказываться; η τύχη – судьба; удача, счастье; τυχερός – счастливый; δυσ-, α- – приставки со знач. отрицания).
– Τι κρίμα (как жаль). Γιατί (почему);
– Η πρώτη μου γυναίκα με παράτησε (первая моя жена меня бросила; παρατώ).
– Και η δεύτερη (а вторая);
– Η δεύτερη έμεινε (вторая осталась; μένω – жить, пребывать; оставаться)…
Έχω παντρευτεί δυο φορές, λέει κάποιος, αλλά δυστυχώς στάθηκα άτυχος.
– Τι κρίμα. Γιατί;
– Η πρώτη μου γυναίκα με παράτησε.
– Και η δεύτερη;
– Η δεύτερη έμεινε…
* * *
Μόλις μερικές μέρες αφότου άνοιξαν τα σχολεία (спустя: «едва /прошло/» несколько дней, как открылась школа; ανοίγω; το σχολείο), η δασκάλα του μικρού τηλεφωνεί στη μητέρα του